ραδιοφασματογράφος

ραδιοφασματογράφος
ο, Ν
αστρον. όργανο που χρησιμοποιείται στη ραδιοαστρονομία και το οποίο επιτρέπει τη λήψη τού φάσματος εκπομπής σε κάθε στιγμή.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”